Ουκ εν τω πολλώ το ευ
Ένα σ/κ, δύο ώρες δρόμος και δύο ώρες πεζοπορία στο χιόνι για μια φωτογραφία; Αξίζει;
Δεν ξέρω πως νιώθει ο καθένας την υπαρξή του, ούτε το συνειδησιακό μάτριξ μέσα στο οποίο κινείται αλλά όλοι κουβαλάμε διακόσια οχτώ κόκαλα, εξακόσιους μύς, περίπου πέντε λίτρα αίματος και εκατό εκατομμύρια νευρώνες στην μαύρη τρύπα που έχουμε για εγκέφαλο (αν και για το τελευταίο δεν είμαι σίγουρος οτί συμβαίνει σε όλους) που ισχυρίζονται με μια φωνή, πως συντονίζονται αβίαστα, μόνο όταν κάνουμε αυτό που θέλουμε. Εγώ ήθελα βουνό.
Αν η Αρκαδία έχει καρδιά, αυτή δεν είναι άλλη από το Μαίναλο. Όρος θεών και ανθρώπων το Μαίναλο κυριολεκτικά σημαίνει την ιερή μανία της φύσης, πράγμα που διαπίστωσα από πρώτο χέρι στην τελευταία ανάβαση μου στην Οστρακίνα (1981 m). Ο ανοιξιάτικος καιρός έκανε την διαδρομή ξέγνοιαστη και το φιλικό πρόσωπο του Άγγελου που διατηρεί το καταφύγιο σε άριστη κατάσταση με καλοδέχτηκε ακόμη μια φορά. Το χιονοδρομικό ήταν ανοιχτό σημάδι πως το χιόνι ήταν ακόμη αρκετό, γεγονός που θα έκανε την ανάβαση μου δυσκολότερη.
Ξεκίνησα όταν είδα τον ήλιο να γλυστρά πάνω από την κορυφή Τζελάτη και υπολόγισα να είμαι στο ψηλότερο σημείο της αρκαδικής γης λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα. Αλλά υπολόγισα χωρίς τον ξενοδόχο. Η έλλειψη χιονοπέδιλων έκανε την ανάβαση βασανιστική, με τα πόδια μου να βυθίζονται διαρκώς μέχρι το γόνατο στο χιόνι και γρήγορα ο σάκος, μου φάνηκε βαρύς και ασήκωτος. Το μονοπάτι και η σήμανση του είχαν εξαφανιστεί λόγο του χιονιού εκτός από κάποια σημάδια σε δέντρα που κάπου κάπου έκαναν την εμφανισή τους. Για να αποφύγω την κατακόρυφη ανάβαση άρχισα να κόβω το βουνό στο πλάι που όμως για κακή μου τύχη με έφερε σε σημεία που το χιόνι ήταν τόσο βαθύ που βρέθηκα να μπουσουλάω. Αποφάσισα να γυρίσω προς τα πίσω εκεί που υπολόγιζα πως ήταν το μονοπάτι. Περίπου 300 μέτρα πιο πάνω και αμέτρητες βαριές ανάσες κατάφερα να φτάσω στο πλάτωμα πριν τον αυχένα που οδηγούσε στην κορυφή. Ο ήλιος κρυμμένος πια πίσω απο τα βούνα πρέπει να είχε αρχίσει να δύει. Για καλή μου τύχη τα πράγματα ήταν λίγο πιο εύκολα από το σημείο αυτό καθώς το χιόνι όσο ψηλότερα ανέβαινα τόσο πιο λίγο ήταν και κατάφερα να βρώ κάποιο ρυθμό μέχρι την κορυφή.
Στο διάσελο ο αέρας ήταν τρομακτικός και έμοιαζε να δυναμώνει όσο πλησίαζα στην κορυφή. Το φως χανόταν και έπρεπε να βρω ένα σημείο που να φυσάει λιγότερο. Έστησα το τρίποδο και από κάτω του κρέμασα τον σάκο ορειβασίας για καλύτερο κράτημα. Στην πρώτη εικόνα που πήρα όλα βγήκαν κουνημένα, σημάδι πως θα έπρεπε να αυξήσω την ταχύτητα κλείστρου και να κρατήσω το τρίποδο και με τα δύο χέρια. Αφού τράβηξα το κάδρο που με ενδιέφερε και ένα πανόραμα, μάζεψα τα πάντα και μετακινήθηκα σε κοντινούς βράχους όπου βρήκα καταφύγιο από τον αέρα. Λίγο τσάι και σοκολάτα με θέα τον κάμπο και τα βουνά της Ζείριας σκεφτόμουν πόσο λιγότερες φωτογραφίες τραβάω σε σχέση με πριν δυο μόλις χρόνια, όταν έβγαινα έξω και γέμιζα μια κάρτα. Τώρα η οθόνη της φωτογραφικής μηχανής έγραφε 14 λήψεις με τις 11 να ανήκουν στο πανόραμα. Ένα βαθύ μπλε χρώμα και η ησυχία που το συνοδευει τύλιξε τα πάντα και μέχρι να βρω τον φακό μου, η ημισέληνος φάνηκε στα δυτικά . Κατηφόρισα για το καταφύγιο. Γεύμα, λίγη ξεκούραση και ξανά έξω για να φωτογραφίσω τον δυτικό ουρανό μέχρι την ώρα που το κέντρο του γαλαξία έκανε την εμφάνιση του σηματοδοτώντας κατα πολλούς την νέα γαλαξιακή σεζόν. Όταν η οθόνη της μηχανής έγινε μπλε γύρω στις έξι το πρωί, μάζεψα τα πάντα, έριξα ένα μεγάλο κορμό στο τζάκι του καταφυγίου και ξάπλωσα αποκαμωμένος. Στο νου μου ήρθε η θέα προς τα βουνά της Ζήρειας. Tίποτα απ όσα παρατήρησα την νυχτα δεν κατάφεραν να αποκτήσουν μεγαλύτερη σημασία από εκείνη την θέα. Καμιά φορά αγαπάμε εικόνες που δεν έχουν είναι κάτι ιδιαίτερο αλλά που απλά τραβήχτηκαν με δυσκολία. Αν αξίζει; Ναι βρε, αφού μιλάμε για Αγάπη..